Σχεδόν το σύνολο των γυναικολογικών επεμβάσεων που γίνονται με λαπαροτομή (‘’ανοικτό’’ χειρουργείο), μπορούν να εκτελεστούν και λαπαροσκοπικά, με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα. Η ερευνητική λαπαροσκόπηση, σε καταστάσεις πυελικού πόνου ή υπογονιμότητας, είναι ένα από τα πιο συνηθισμένα λαπαροσκοπικά χειρουργεία. Η λαπαροσκοπική αφαίρεση κύστεων των ωοθηκών (απλή κύστη, δερμοειδής κύστη, ενδομητρίωμα κ.α.), ανεξαρτήτως εάν το κυστικό μόρφωμα είναι ακέραιο, έχει υποστεί συστροφή ή ρήξη, είναι, επίσης, μια πολύ συχνή αιτία λαπαροσκοπικού χειρουργείου. Η λύση συμφύσεων από προηγούμενα χειρουργεία ή λόγω ενδομητρίωσης, η σαλπιγγεκτομή (λόγω π.χ. υδροσάλπιγγας), η εξαρτηματεκτομή (αφαίρεση της σάλπιγγας και της ωοθήκης) και η εξωμήτριος κύηση (ραγείσα ή μη), αποτελούν, επίσης, συνηθισμένες καταστάσεις που μπορούν να αντιμετωπιστούν λαπαροσκοπικά. Η αφαίρεση ινομυώματος (ενός ή περισσότερων) και η υστερεκτομή (ολική ή υφολική), γίνονται με ασφάλεια λαπαροσκοπικά, ενώ μπορεί να συνδυαστούν η κολπική υστερεκτομή (αφαίρεση της μήτρας από τον κόλπο) με τη λαπαροσκοπική αφαίρεση των ωοθηκών. Τέλος, η διόρθωση συγγενών ανωμαλιών της μήτρας, καθώς και ογκολογικές γυναικολογικές επεμβάσεις, μπορούν να εκτελεστούν λαπαροσκοπικά, με αυξημένο, όμως, επίπεδο δυσκολίας για τον χειρουργό που τις εκτελεί.