Στην Ελλάδα, όπου το τεστ Παπανικολάου δεν είναι υποχρεωτικό, συνιστάται ετήσιος έλεγχος με τεστ Παπανικολάου ή/και HPV-DNA test, εφόσον αυτό κρίνεται απαραίτητο. Σε χώρες, όπως η Αμερική και η Αγγλία, όπου το τεστ Παπανικολάου είναι υποχρεωτικό, επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό εξ’ ολοκλήρου και τα αποτελέσματα καταγράφονται σε βάση δεδομένων στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, συστήνεται διαφορετικό πλάνο παρακολούθησης. Η έναρξη του ελέγχου συστήνεται να γίνεται από την ηλικία των 21 ετών και να επαναλαμβάνεται κάθε 3 έτη με τεστ Παπανικολάου, έως την ηλικία των 29 ετών. Από την ηλικία των 30 ετών έως την ηλικία των 65 ετών, συστήνεται το co-testing (HPV-DNA test και LBC) κάθε 5 έτη, ή μόνο τεστ Παπανικολάου κάθε 3 έτη. Από τα 65 και μετά δεν συστήνεται έλεγχος, με την προϋπόθεση ότι τα τελευταία 3 τεστ Παπανικολάου ήταν αρνητικά. Γυναίκες με ιστορικό υψηλής αλλοίωσης ή καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, θα πρέπει να συνεχίσουν τον έλεγχο για, τουλάχιστον, 20 έτη από τη διάγνωση. Γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε ολική υστερεκτομή δεν υπάρχει λόγος να συνεχίζουν τον έλεγχο, εκτός και εάν η υστερεκτομή έγινε λόγω κακοήθειας ή υψηλής αλλοίωσης, οπότε συνεχίζουν τον έλεγχο για 20 έτη μετά την υστερεκτομή. Επίσης, το HPV-DNA test που συστήνεται στο εξωτερικό είναι αυτό που ανιχνεύει μόνο τους υψηλού κινδύνου τύπους του ιού (cobas), καθώς δεν κρίνεται σκόπιμη η ανίχνευση των ιων χαμηλού κινδύνου. Τέλος, δεν έχει σημασία αν έχει προηγηθεί εμβολιασμός για τον HPV ιό, οπότε το πλάνο παρακολούθησης είναι ακριβώς το ίδιο και για τα κορίτσια που έχουν εμβολιαστεί.